- κέρκωψ,-ωπος
- ὁ N 3 0-0-0-1-0=1 Prv 26,22teller of false tales→LSJ RSuppl
Lust (λαγνεία). 2014.
Lust (λαγνεία). 2014.
κέρκωψ — Ποιητής από τη Μίλητο, που έζησε σε αδιευκρίνιστη περίοδο της αρχαιότητας. Θεωρείτο Ορφικός και, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ήταν ο ποιητής όλων των έργων που αποδίδονταν στον Ορφέα. Τα ποιήματα Ιερός Λόγος και Εις Άδου κατάβασιν θεωρούνται… … Dictionary of Greek